Για τα στελέχη της εκπαίδευσης στο «νέο σχολείο» της αγοράς

Προβολή εκτυπώσιμης μορφήςΑποστολή σε φίλοPDF version

Μέχρι τις 15 Μάη γίνονται οι αιτήσεις για τους νέους διευθυντές των σχολικών μονάδων. Η κυβέρνηση έχει ήδη δώσει το νέο πλαίσιο στο οποίο θα κινούνται τα στελέχη της εκπαίδευσης και έχει σημασία ότι με βάση αυτό ακριβώς το πλαίσιο καλεί τους υποψηφίους να κάνουν αίτηση. Πρόκειται για το Κείμενο Διαβούλευσης για τη νέα Διοικητική Δομή της Εκπαίδευσης. Ας δούμε τι προβλέπει.

Η νέα Διοικητική Δομή της εκπαίδευσης - σκελετός του «νέου σχολείου» της αγοράς

Με σύνθημα «Πρώτα ο μαθητής - πρώτα η σχολική μονάδα», το υπουργείο Παιδείας συνεχίζει την επίθεση στα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών της λαϊκής οικογένειας. Αυτό το επικείμενο νομοσχέδιο δεν είναι τυχαίο, χτυπάει στον πυρήνα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αυτό άλλωστε υπογραμμίζει και το υπουργείο Παιδείας. Στόχος τους είναι «να λειτουργεί σωστά και αποτελεσματικά η καρδιά του εκπαιδευτικού συστήματος που είναι η Σχολική Μονάδα». Σωστά και αποτελεσματικά σημαίνει ότι το σχολείο πρέπει να υλοποιεί με ταχύτητα και ευελιξία τη σύνδεσή του με τις επιχειρήσεις, την εφαρμογή των νέων καινοτόμων δράσεων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, να κάνει βήματα στη διαφοροποίηση του προγράμματος σπουδών, να γίνει πιο αποτελεσματικό στην ιδεολογική χειραγώγηση της νεολαίας.

Κρίκος σε αυτήν την επίθεση είναι η αναγόρευση της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης σε βασικό κύτταρο χάραξης εκπαιδευτικής πολιτικής με ευθύνη «α) για την εξειδίκευση των εθνικών πολιτικών, β) την οργάνωση και στήριξη της αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης, γ) τη λήψη αποφάσεων για την ίδρυση, οργάνωση, συγχώνευση και μετατροπή σχολικών μονάδων». Οπως ο περιφερειάρχης είναι ένας μικρός πρωθυπουργός, έτσι και ο διευθυντής Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης είναι ένας μικρός υπουργός Παιδείας. Οι «Προγραμματικές Συμφωνίες» με τις Τοπικές Καλλικρατικές Περιφέρειες, που του δίνεται η δυνατότητα να καταρτίζει, συνδέουν άμεσα την εκπαίδευση με τις επιχειρήσεις, βαθαίνουν την πρόσδεσή της με την αστική κερδοφορία και ανταγωνιστικότητα.

Το τοπίο που προδιαγράφεται βάζει ταφόπλακα στον όποιο ενιαίο χαρακτήρα της εκπαίδευσης γνωρίσαμε, οδηγεί στην πλήρη διαφοροποίηση του προγράμματος σπουδών που στο όνομα της περιφερειακής ανάπτυξης θα οδηγεί τα σχολεία στην αγκαλιά των επιχειρήσεων και των χορηγών.

Με λίγα λόγια, η διαφοροποιημένη και αυτόνομη σχολική μονάδα είναι εδώ! Θέλουν τους γονιούς και τους εκπαιδευτικούς «συνένοχους στο έγκλημα». Να είναι αυτοί που θα συναινέσουν και θα συνδράμουν: α) στη διαφοροποίηση του σχολικού και του αναλυτικού προγράμματος, β) στη συμμετοχή των γονιών στο κόστος λειτουργίας του σχολείου, γ) στο άνοιγμα της πόρτας του σχολείου στους ιδιώτες. Οι συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων εντάσσονται ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση και όχι απλώς σε οικονομικές - λογιστικές αιτίες που προέρχονται από το ΔΝΤ, όπως υποστηρίζουν οι αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις.

Το σύνθημα του υπουργείου «Πρώτα ο μαθητής - πρώτα η σχολική μονάδα» γίνεται πια ξεκάθαρο: Απαιτείται ψυχή τε και σώματι υποταγή του σχολείου και του μαθητή στις απαιτήσεις της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι: Πώς θα προχωρήσουν τα μέτρα αυτά σε επίπεδο σχολικής μονάδας;

Το έδαφος έχει προετοιμαστεί

Η κυβέρνηση δουλεύει με σταθερότητα πάνω στις κατευθύνσεις των ιμπεριαλιστικών οργανισμών για το νέο αναβαθμισμένο ρόλο των στελεχών εκπαίδευσης. Στο δεύτερο παγκόσμιο φόρουμ του ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση, με τίτλο «Βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών συστημάτων» (3-5 Μάρτη 2008) τονίζεται: «Η αποτελεσματική ηγεσία σε αυτόνομα σχολεία παρέχει καλύτερες ευκαιρίες για ποιοτική μάθηση για όλους, συμπεριλαμβανομένης της αναμέτρησης με την πρόκληση της διαφοροποίησης». Στο ίδιο μήκος κύματος και η Ευρωπαϊκή Ενωση όπου σε φόρουμ με τίτλο «Εκπαίδευση και Επιχειρήσεις» (24-25 Μάρτη 2010) υποστηρίζονται τα εξής: «Η συνεργασία σχολείων με επιχειρήσεις πέρα από οφέλη έχει και απαιτήσεις για τα σχολεία. Απαιτεί σχολική ηγεσία με όραμα που θα τοποθετεί το σχολείο στην καρδιά μιας ευρείας μαθησιακής κοινότητας, που θα καταλαβαίνει τα οφέλη από τη συνεργασία με τις επιχειρήσεις και που θα δουλεύει για να φέρει νέους συνεργάτες στη ζωή της σχολικής κοινότητας».

Τις προκλήσεις αυτές τις έχουν προϋπαντήσει τόσο η κυβέρνηση της ΝΔ όσο και του ΠΑΣΟΚ με το νόμο 3848/2010 σε σχέση με την επιλογή των στελεχών εκπαίδευσης. Δεν είναι τυχαία η αναφορά ότι «δεν μπορεί να θεωρείται αυτοδίκαιη και αυτόματη η επιλογή του πιο παλιού ως διευθυντή». Ο νέος διευθυντής - manager της αυτόνομης και ανταγωνιστικής σχολικής μονάδας πρέπει να έχει ετοιμότητα, κινητικότητα και κυρίως «ευαισθησία» απέναντι στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων και κάτι τέτοιο μπορεί να εντοπιστεί και σε νεότερους εκπαιδευτικούς, που θα έχουν μικρότερη έως και μηδενική σχέση με το κίνημα, δε θα νιώθουν την πίεσή του, θα έχουν το στιλ του γιάπη της εκπαίδευσης. Αυτοί θα στρατολογούνται από το στρατό των «καινοτόμων» εκπαιδευτικών, ενώ ως κριτήριο τίθεται η συμμετοχή τους σε προγράμματα αξιολόγησης.

Βαθιά και αντιδραστική προσαρμογή του ρόλου του διευθυντή

Η εξέλιξη σύμφωνα με την οποία τα στελέχη του στενού δημόσιου τομέα θα επιλέγονται με βάση το ΑΣΕΠ και τη συνέντευξη δείχνει το δρόμο και για τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και την εκπαίδευση. Το γεγονός ότι αρμοδιότητες του προϊστάμενου του Γραφείου Εκπαίδευσης πηγαίνουν προς τα κάτω, προς τον διευθυντή, αποδεικνύει τη στροφή στο πιο σφικτό δέσιμό του στα κυβερνητικά γρανάζια.

Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση ποντάρει πραγματικά στο νέο ρόλο του διευθυντή. Οι χαρακτηρισμοί και τα καθήκοντα που του αναθέτει μόνο τυχαία δεν είναι. Ποια είναι αυτά;

Σύμφωνα με το κυβερνητικό κείμενο (που δεν είναι δηλαδή ούτε διαρροή ούτε υπόθεση), το οποίο θα γίνει νόμος του κράτους:

«Ο διευθυντής του σχολείου καθίσταται ο ηγέτης, ο εμψυχωτής και ο διευκολυντής των αλλαγών στη σχολική του μονάδα. Εχει ευθύνη για την επίτευξη υψηλού επιπέδου επίδοσης και καλής συμπεριφοράς των μαθητών στο σχολείο σε εκπαιδευτικό επίπεδο και για την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου σε διοικητικό επίπεδο».

Η διατύπωση δε χωρά δεύτερες σκέψεις. Ο διευθυντής δεν αρκεί να υλοποιεί, αλλά πρέπει να μπαίνει μπροστά, να εμψυχώνει και να διευκολύνει τις αντιδραστικές αλλαγές σε επίπεδο σχολικής μονάδας. Αυτός θα εισηγηθεί τη διαφοροποίηση, αυτός θα καλέσει τους εκπαιδευτικούς να «καινοτομήσουν». Τι μπορεί να σημαίνει όμως «ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου»; Και εδώ τα πράγματα είναι καθαρά. Ο διευθυντής - με βάση και τον εσωτερικό κανονισμό του σχολείου που προβλέπεται στο κείμενο διαβούλευσης - επιτηρεί, τιμωρεί και ενσωματώνει, χρησιμοποιεί δηλαδή και το καρότο και το μαστίγιο απέναντι σε εκπαιδευτικούς που απεργούν, σε μαθητές που κινητοποιούνται, κοντολογίς δουλεύει με και για την αστική νομιμότητα μέσα στο σχολείο.

Επίσης κομβικός θα είναι και ο ρόλος του στη διαδικασία της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και της σχολικής μονάδας, διαδικασίες οι οποίες συνδέονται τόσο με το μισθολόγιο των εκπαιδευτικών, με τη σύνδεση μισθού - αποδοτικότητας, όσο και με τη χρηματοδότηση της σχολικής μονάδας. Σύμφωνα με το κείμενο, ο διευθυντής είναι «υπεύθυνος για το σχεδιασμό, την υλοποίηση και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, τη διαφάνεια και την κοινωνική λογοδοσία και τη συστηματική επαφή με την τοπική κοινωνία και τους θεσμούς της Διά Βίου Μάθησης».

Τα εργαλεία που θα έχει στα χέρια του ο διευθυντής, τα κριτήρια δηλαδή της αξιολόγησης, σύμφωνα και με το νόμο 3848/2010 δεν είναι αφηρημένα. Προβλέπεται αξιολόγηση με βάση την «Εφαρμογή καινοτομιών», την «ανάπτυξη κοινωνικών δραστηριοτήτων» (καθοδηγούμενος εθελοντισμός και σύνδεση με την «τοπική αγορά» και τις ανάγκες της), την «κατανομή εσόδων ανά κατηγορία πηγών και προβλεπόμενης δαπάνης», κρίνεται επίσης ο «αριθμός ημερών πραγματοποιηθείσας λειτουργίας του σχολείου», εξετάζεται η «χρήση του κτιρίου για δραστηριότητες ή εκδηλώσεις από άλλους φορείς» και «ενέργειες αξιοποίησης πόρων».

Η κοινωνική λογοδοσία προς την Τοπική Κοινωνία και τους θεσμούς Διά Βίου Μάθησης είναι λογοδοσία από και για τις επιχειρήσεις ενώ ταυτόχρονα θέλουν να βάλουν στο χέρι, να κάνουν συνένοχους τους γονείς στην προώθηση της αντιδραστικής πολιτικής.

Ορισμένα συμπεράσματα

Η πορεία που ξεκίνησε με τις συγχωνεύσεις ολοκληρώνεται σταδιακά. Προετοιμάστηκε από την κυβέρνηση με το επιχείρημα των «αγκυλώσεων του εκπαιδευτικού συστήματος», ενώ και οι συμβιβασμένες ηγεσίες σε ΔΟΕ - ΟΛΜΕ και τα οπορτουνιστικά τους στηρίγματα συναίνεσαν στην ουσία, καθώς έβλεπαν μόνο το ΔΝΤ και μόνο οικονομικούς λόγους, ενώ έκαναν - και συνεχίζουν να κάνουν - κριτική από τη σκοπιά της αυτονομίας του σχολείου που η κυβέρνηση αρνείται! Δεν είναι τυχαίο ότι το κείμενο του υπουργείου υιοθετεί το πάγιο οπορτουνιστικό αίτημα για «παιδαγωγική ελευθερία», εννοώντας στην ουσία το πιο σφιχτό δέσιμο του εκπαιδευτικού με την ενιαία κρατική πολιτική.

Από όλα αυτά βγαίνει το εξής: Η στροφή στην αυτόνομη και ανταγωνιστική λειτουργία της σχολικής μονάδας μεταφέρει αντικειμενικά το πεδίο της αντιπαράθεσης «προς τα κάτω», μέσα στο σχολείο, στο Σύλλογο Εκπαιδευτικών, στο Σύλλογο Γονέων, στο 15μελές. Στην πορεία θα διαμορφώνονται «δυο στρατόπεδα» γύρω από το ζήτημα της εφαρμογής των αναδιαρθρώσεων στην εκπαίδευση. Μάλιστα, προκειμένου να σφυρηλατήσει το δικό της στρατό, η κυβέρνηση καλεί σήμερα τους υποψήφιους διευθυντές να λάβουν υπόψη τους αυτό το νέο τους ρόλο, ενώ αντικειμενικά στη διαδικασία των συνεντεύξεων η στάση απέναντι στα παραπάνω καθήκοντα θα εκτιμηθεί δεόντως...

Στο βαθμό που θα εξελίσσεται και θα βαθαίνει αυτή η αντιδραστική στροφή στο ρόλο των στελεχών της εκπαίδευσης, προκύπτουν ορισμένα ζητήματα για το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα. Μπορούν να παραμένουν στους κόλπους του τα όργανα άσκησης της αστικής πολιτικής σε κάθε βαθμίδα, από την Περιφερειακή Διεύθυνση μέχρι τη Σχολική Μονάδα; Προκύπτει και κάτι άλλο όμως πιο σημαντικό. Απαιτείται να διευρυνθεί το ρεύμα εκείνων των πρωτοπόρων εκπαιδευτικών οι οποίοι την αξιολόγηση στην εκπαίδευση δεν την μετράνε με τους στόχους του κεφαλαίου, της κυβέρνησης, της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, αλλά με την απαίτηση να ικανοποιείται στις σύγχρονες συνθήκες το δικαίωμα των παιδιών του λαού στη μόρφωση.

Είναι κριτήριο για το πώς κάθε εκπαιδευτικός αντιλαμβάνεται το ρόλο και την αποστολή του ως εκπαιδευτικού και ως παιδαγωγού στις σημερινές συνθήκες.


Του
Κυριάκου ΙΩΑΝΝΙΔΗ