Με παιδαγωγικό «φερετζέ» προσπαθούν να κρύψουν τη μείωση εκπαιδευτικών

Προβολή εκτυπώσιμης μορφήςΑποστολή σε φίλοPDF version

Με συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο υπουργείο Παιδείας, την Παρασκευή 13 Μάη, στη 1 το μεσημέρι, υποδέχονται οι εκπαιδευτικοί τις αποφάσεις της κυβέρνησης για τις αλλαγές στα δημοτικά σχολεία από Σεπτέμβρη, που θα σημάνουν δραστική μείωση των εκπαιδευτικών στα σχολεία και κατά συνέπεια απολύσεις (μη προσλήψεις) χιλιάδων αναπληρωτών εκπαιδευτικών.

Τις προηγούμενες βδομάδες έγινε πολλή συζήτηση γι' αυτές τις αλλαγές στα ωρολόγια προγράμματα των δημοτικών σχολείων που έφερε το υπουργείο Παιδείας με Υπουργική Απόφαση, αλλά και για τους όρους λειτουργίας των νηπιαγωγείων από Σεπτέμβρη, μετά και τη σχετική ρύθμιση που ψηφίστηκε μέσα στο νομοσχέδιο για την Ερευνα. Κι ενώ όλες αυτές οι ρυθμίσεις αποκαλύπτουν την προσπάθεια της κυβέρνησης να διαχειριστεί τα τεράστια κενά στην Εκπαίδευση με λιγότερους εκπαιδευτικούς, ο υπουργός Παιδείας επιχείρησε - μιλώντας στη Βουλή στις 5 Μάη - να εμφανίσει ότι οι αλλαγές που φέρνει, υπαγορεύονται από παιδαγωγικά κριτήρια.

Αναφορικά με τα δημοτικά σχολεία, θυμίζουμε ότι θα λειτουργούν πλέον έως τη 1.15 μ.μ., περικόπτοντας πολλές διδακτικές ώρες από τα δημοτικά σχολεία με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα (ΕΑΕΠ), όπου φοιτούν περισσότεροι από τους μισούς μαθητές της χώρας, ενώ προσθαφαιρέσεις ωρών γίνονται και στα υπόλοιπα δημοτικά. Παράλληλα, περικόπτονται τα ολοήμερα τμήματα, τα οποία πλέον θα δέχονται μόνο μαθητές των οποίων και οι δυο γονείς είναι εργαζόμενοι, αποκλείοντας έτσι τα παιδιά των ανέργων, ενώ επίσης δεν θα υπάρχει μόνιμος δάσκαλος στα ολοήμερα, αλλά οι ανάγκες τους θα καλύπτονται εκ περιτροπής από δασκάλους του συλλόγου διδασκόντων.

Για τη μείωση των ωρών και των ειδικοτήτων στα ΕΑΕΠΑναφορικά με τη μείωση των ωρών, λοιπόν, για την πλειοψηφία των μαθητών, ο υπουργός Παιδείας, πατώντας πάνω σε υπαρκτά προβλήματα - είναι η αλήθεια - είπε ότι «το επτάωρο του ΕΑΕΠ από εκπαιδευτικής πλευράς έχει επικριθεί, διότι το επτάωρο στην ουσία σήμαινε ότι παιδιά πολύ μικρής ηλικίας ήταν για πολλές ώρες σε μη λειτουργικά κτίρια εγκλωβισμένα». Είναι κατανοητό ότι τα σχολικά κτίρια δεν μπορούν να αλλάξουν από τη μια μέρα στην άλλη (όχι ότι υπάρχει βέβαια και κανένα σχέδιο για μαζική βελτίωση των σχολικών υποδομών), όμως αυτό που επί της ουσίας έχει επικριθεί, δεν είναι αριθμητικά οι ώρες του επτάωρου, αλλά το περιεχόμενό του. Αν, για παράδειγμα, μέσα στο επτάωρο συμπεριλαμβανόταν και η σίτιση των μαθητών, την οποία πιλοτικά το υπουργείο την έχει εντάξει μόνο σε λίγες δεκάδες σχολεία της Αττικής, αν υπήρχε η κατάλληλη κατανομή διδακτικών αντικειμένων και χρόνου ξεκούρασης, δε θα δεχόταν επικρίσεις. Με το κόψιμο μιας ώρας, όμως, και τη μετατροπή του επτάωρου σε εξάωρου, τα παραπάνω προβλήματα δεν λύνονται.

Ακόμα, ο υπουργός Παιδείας επιχείρησε να δικαιολογήσει με παιδαγωγικούς όρους τον περιορισμό των ωρών και των εκπαιδευτικών ειδικοτήτων στα σχολεία, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Περιορίζουμε την υπερβολή και τον κατακερματισμό του σχολείου. Οσοι από εσάς έχετε μια εμπειρία παιδαγωγική, θα γνωρίζετε ότι δεν πρέπει να εξασθενούμε τη σχέση των μικρών μαθητών με τον δάσκαλο. Δεν θέλουμε να μεταφέρουμε στο δημοτικό σχολείο ένα τοπίο κατακερματισμού των γνωστικών αντικειμένων, που, μάλιστα, διδάσκεται από μη επιμορφωμένους γι' αυτό διδασκάλους. Οι ειδικότητες παραμένουν και μπορούν να γίνουν λειτουργικές στο πλαίσιο του προγράμματος με μια αναμόρφωση. Ομως, δεν πρέπει να οδηγηθούμε στη γυμνασιοποίηση του δημοτικού σχολείου. Η σχέση του μικρού μαθητή με τον δάσκαλο και τη δασκάλα είναι πολύ ουσιαστική, είναι πρωταρχική. Δεν πρέπει να υπάρχει διάχυση αυτής της σχέσης».

Είναι σωστό από παιδαγωγικής πλευράς ότι η σχέση του μαθητή με το δάσκαλο και τη δασκάλα έχει πρωταρχική σημασία, όμως ας αναλογιστούμε: Κινδύνεψε πράγματι να διαταραχθεί αυτή η σχέση στο σχολείο, όπως λειτουργούσε μέχρι σήμερα; Μα οι εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων δεν προστέθηκαν στα σχολεία μειώνοντας τις ώρες διδασκαλίας των δασκάλων, ούτε άλλαξε ο ρόλος των δασκάλων. Ο κίνδυνος της γυμνασιοποίησης των δημοτικών, που επισείει ο υπουργός, είναι ένας ανύπαρκτος μπαμπούλας για να δικαιολογήσει τις περικοπές εκπαιδευτικών ειδικοτήτων. Γυμνασιοποίηση θα υπήρχε αν διανέμονταν σε ειδικούς εκπαιδευτικούς τα διδακτικά αντικείμενα των δασκάλων (γλώσσα, μαθηματικά, μελέτη κ.ο.κ.), κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει. Οσο για το υπονοούμενο του υπουργού για τους εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων που δεν είναι παιδαγωγικά καταρτισμένοι, αυτό είναι ευθύνη τόσο των προηγούμενων κυβερνήσεων που αφαίρεσαν τα παιδαγωγικά μαθήματα από τις αντίστοιχες πανεπιστημιακές σχολές, όσο και της σημερινής, που διατηρεί την παιδαγωγική επάρκεια εκτός πτυχίου και διατείνεται (στα πρώτα πορίσματα του λεγόμενου εθνικού διαλόγου) ότι δεν μπορεί το πτυχίο από μόνο του να οδηγεί έναν εκπαιδευτικό στην τάξη...

Μέγιστη υποκρισία για το ολοήμερο πρόγραμμα

Κι ενώ για να δικαιολογήσει την περικοπή των εκπαιδευτικών ειδικοτήτων ο υπουργός επικαλέστηκε τη σημασία της σχέσης δασκάλου - μαθητή, διέγραψε εντελώς τη σημασία αυτής της σχέσης για το προαιρετικό ολοήμερο πρόγραμμα! Είπε χαρακτηριστικά: «Στα ολοήμερα σχολεία δεν θα υπάρχει μόνιμος δάσκαλος ολοήμερου σχολείου. (...) Αυτό δεν αφορά εξοικονόμηση. Είναι ξανά παιδαγωγική αντίληψη, διότι η απομόνωση του δασκάλου στο ολοήμερο, δηλαδή εκτός διδακτικής πράξης, είναι αντιεπιστημονική και αντιπαιδαγωγική. Ο δάσκαλος θα υπάρχει και θα πηγαίνει στα παιδιά στο ολοήμερο, επαναλαμβάνω με πρόγραμμα, όχι ένας όλες τις ημέρες. Αυτή η ιστορία είναι λάθος επιστημονικά και παιδαγωγικά».

Αν ήθελε πραγματικά ο υπουργός να μην αποκόψει ένα μέρος των δασκάλων από τη διδακτική πράξη λόγω των ολοήμερων, θα μπορούσε απλώς να νομοθετήσει έναν περιορισμό ώστε να υπάρχει εναλλαγή κάθε ένα ή δυο χρόνια, ανάμεσα στους δασκάλους που απασχολούνται στα ολοήμερα και σε αυτούς που αναλαμβάνουν τάξη στο πρωινό πρόγραμμα. Ομως, δεν είναι αυτή η πραγματική του έγνοια. Ούτε είναι παιδαγωγικά τα κριτήριά του, όπως ισχυρίζεται. Γιατί, αν ήταν τέτοια, θα γνώριζε ότι ο μαθητής χρειάζεται σταθερότητα στον άνθρωπο που τον βοηθάει να διαβάσει τα μαθήματά του και να τον προετοιμάσει για την επόμενη μέρα. Πώς μπορεί ένας δάσκαλος αν μπαίνει εκ περιτροπής μια φορά τη βδομάδα ή μια φορά τις δυο βδομάδες στο ολοήμερο πρόγραμμα, να αποκτήσει αυτή τη σχέση, να γνωρίσει τις αδυναμίες και τις δυσκολίες του κάθε μαθητή και να τον βοηθάει ουσιαστικά στην προετοιμασία του;

Το ουσιαστικό θέμα που αποκαλύπτεται εδώ είναι ότι το υπουργείο Παιδείας δεν αναγνωρίζει κανέναν παιδαγωγικό ρόλο στο ολοήμερο πρόγραμμα και το αντιμετωπίζει απλώς ως φύλαξη των μαθητών. Γι' αυτό θεωρεί ότι ο δάσκαλος του ολοήμερου είναι αποκομμένος από τη διδακτική πράξη. Γι' αυτό - πολύ περισσότερο - αποκλείει και τα παιδιά των ανέργων από τα ολοήμερα. Μπορεί στην ομιλία του να ισχυρίστηκε ότι οι τρεις ώρες του ολοήμερου προγράμματος θα «αναβαθμιστούν με ένα σύνολο διδακτικών αντικειμένων» και θα είναι μια ευκαιρία «για να αποκτήσουν τα παιδιά ψυχοκινητικές και γνωστικές δεξιότητες, όπως πρέπει σ' αυτήν την ηλικία», όμως αυτά αποδεικνύονται φούμαρα. Διότι, αν πράγματι αποδίδει τέτοιο χαρακτήρα στο ολοήμερο (με ψυχοκινητικές και γνωστικές δεξιότητες), γιατί το στερεί ως δικαίωμα από τα παιδιά των ανέργων, την ίδια στιγμή μάλιστα που το σύνολο των αλλαγών που φέρνει, τις διαφημίζει ως ίσες ευκαιρίες σε όλους τους μαθητές (κι όχι μόνο στους μαθητών των ΕΑΕΠ); Γιατί τα παιδιά των ανέργων δεν θα έχουν δικαίωμα σ' αυτό το αναβαθμισμένο ολοήμερο πρόγραμμα; Γιατί - απαντάμε εμείς - ο μόνος του στόχος είναι οι περικοπές εκπαιδευτικών και όλα τ' άλλα περί παιδαγωγικών κριτηρίων είναι απλά ο «φερετζές»...

Προς συγχωνεύσεις τμημάτων στα νηπιαγωγεία

Το ίδιο ισχύει εξάλλου και για τα νηπιαγωγεία, όπου αυξάνει τον κατώτερο αριθμό νηπίων για τη λειτουργία τους από 7 σε 14 και ισχυρίζεται ότι το κάνει για να υπάρχει η δυνατότητα ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας και απασχόλησης και για να φοιτήσουν περισσότερα παιδιά προνηπιακής ηλικίας! Στην πραγματικότητα, μπορεί να μην κλείσει κανένα νηπιαγωγείο με την αύξηση του κατώτατου ορίου νηπίων, όπως διατυμπανίζει ο υπουργός Παιδείας, ωστόσο θα οδηγηθούμε σε εκτεταμένες συγχωνεύσεις. Γιατί αν σε ένα νηπιαγωγείο γραφτούν π.χ. 27 παιδιά, δεν θα μπορούν να φτιαχτούν δύο τμήματα, όπως γινόταν μέχρι τώρα, αλλά είτε θα στοιβαχτούν όλα σε ένα τμήμα ή θα εκδιωχθούν δυο παιδιά για να πάνε σε άλλο νηπιαγωγείο. Νηπιαγωγοί εκτιμούν ότι από τα 1.466 διθέσια νηπιαγωγεία που υπάρχουν σήμερα, τα 744 μετατρέπονται με τη ρύθμιση αυτή σε μονοθέσια και κλείνει άμεσα το ένα τμήμα τους. Να, λοιπόν, που και πάλι το κριτήριο είναι η εξοικονόμηση εκπαιδευτικών. Γιατί τα περί ομαδοσυνεργατικής δεν στέκουν, αφού αυτή λειτουργεί με ομάδες των 4 ή 5 παιδιών, που κάλλιστα μπορούν να φτιαχτούν σε τμήματα 8, 9, 10 παιδιών κ.ο.κ. Οσο για τα προνήπια, αυτό που τα εμποδίζει να φοιτήσουν μαζικά στα νηπιαγωγεία δεν ήταν το κατώτατο όριο αλλά η έλλειψη νηπιαγωγών και είναι πολλές οι οικογένειες που και φέτος και τα προηγούμενα χρόνια, όταν πηγαίνουν να εγγράψουν τα παιδιά τους, ακούν από τις προϊστάμενες των νηπιαγωγείων ότι «δεν ξέρουμε αν θα μπορέσουμε να πάρουμε φέτος προνήπια, γιατί δεν ξέρουμε αν θα μας στείλουν νηπιαγωγό»...

Απ' όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι προχωράμε σε χιλιάδες απολύσεις αναπληρωτών εκπαιδευτικών, που η κυβέρνηση επιχειρεί να συγκαλύψει με ψευτοπαιδαγωγικούς ισχυρισμούς. Κανένας εκπαιδευτικός και κανένας γονιός δεν πρέπει να αποδεχτεί και να νομιμοποιήσει αυτόν τον εμπαιγμό. Η μείωση των εκπαιδευτικών δεν έχει σε τίποτα να ωφελήσει τη μόρφωση των παιδιών. Κανένας εκπαιδευτικός δεν περισσεύει από τα σχολεία.

Γ. Σ.

Αναδημοσίευση από Ριζοσπάστη 11/5/2016 σελ. 15

http://www.rizospastis.gr/story.do?id=8884398